αναθρεπτήριο

αναθρεπτήριο
το (Γεωπ.)
θερμαινόμενος χώρος εκτροφής μικρών ζώων (κυρίως χοιριδίων) και πτηνών από τη γέννησή τους μέχρις ηλικίας λίγων εβδομάδων, όταν αποκτούν πια ικανότητα φυσιολογικής αντίδρασης στις θερμοκρασίες τού περιβάλλοντος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”